Αρκαδία. Ένας τόπος Μύθων και θρύλων. Ένας τόπος που μόνο το όνομά του, κουβαλώντας το βάρος χιλιετιών ιστορίας, ασκεί γοητεία και αποτελεί σύμβολο και ιδεώδες ακόμα και σήμερα. Μπορεί αυτός ο τόπος να επιβιώσει και να αναπτυχθεί στη σημερινή δύσκολη εποχή της παγκοσμιοποιήσεως και των ραγδαίων οικονομικο-κοινωνικών εξελίξεων; Μπορεί να αντιμετωπίσει τα σημερινά του προβλήματα και να ελπίζει για ένα καλύτερο αύριο χωρίς φόβο απώλειας της ταυτότητος. Μπορεί να βρει λύσεις στα οξέα προβλήματα της γηράνσεως και μειώσεως του πληθυσμού, της ερημώσεως και εγκαταλείψεως που ρίχνουν βαριά την σκιά τους στις όποιες προοπτικές αναπτύξεως;

Για να απαντήσουμε τα ερωτήματα αυτά θα πρέπει πρώτα να διαλύσουμε κάποιες πλάνες και λανθασμένες αντιλήψεις που οι περισσότεροι από μας έχουμε και που, ως ένα βαθμό, μας εμποδίζουν να δούμε τα πράγματα καθαρά και να προχωρήσουμε με σταθερά και άφοβα βήματα προς το μέλλον.

Ξεκινώντας από το φλέγον θέμα της παγκοσμιοποιήσεως είναι χρήσιμο να δοθεί ένας ορισμός αυτής. Συνήθως ορίζεται ως η αύξηση του εμπορίου ως ποσοστό επί του συνολικού εγχωρίου προϊόντος. Μείωση των δασμών και εν γένει διευκόλυνση της διακινήσεως εμπορευμάτων, χρημάτων αλλά και ανθρώπων από χώρα σε χώρα αποτελούν τον πυρήνα της παγκοσμιοποιήσως ή, άλλως, απελευθερώσεως των αγορών. Η τεχνολογία παίζει επίσης καταλυτικό ρόλο μίας και τα κόστη μεταφοράς πληροφοριών, χρημάτων, και πάσης φύσεως αγαθών έχουν μειωθεί δραστικά σε σχέση με μόλις λίγες δεκαετίες πριν.

Συνήθεις φόβοι περί παγκοσμιοποιήσεως είναι η απώλεια της πολιτισμικής ταυτότητος, η αγορά εθνικών εταιριών από ξένες, η μείωση ελέγχου της οικονομίας από εμάς τους ιδίους και όλο και μεγαλύτερη εξάρτηση από τις διεθνείς αγορές. Αυτό που είναι εσφαλμένη αντίληψη είναι το ότι θεωρούμε ότι η παγκοσμιοποίηση είναι σαν ένας οδοστρωτήρας που σαρώνει τα πάντα στο πέρασμά του και εμείς δεν έχουμε καμία δυνατότητα να κάνουμε οτιδήποτε. Τίποτε δεν είναι περισσότερο αναληθές αυτού. Τίποτε δεν είναι περισσότερο αναληθές από το ότι εμείς δεν έχουμε καμία δυνατότητα δράσεως.

Η παγκοσμιοποίηση –όσο και αν αυτό ακούγεται παράδοξο– ενισχύει την δυνατότητα αυτοδιοικήσεως. Δίνει λιγότερη εξουσία στις κυβερνήσεις και μεγαλύτερη στα τοπικές κοινωνίες. Ο όρος που χρησιμοποιείται στην διεθνή βιβλιογραφία για να περιγράψει ακριβώς αυτό το φαινόμενο είναι “glocalization” συνδυάζοντας τους όρους globalization (παγκοσμιοποίησις) και localization (τοπικοποίησις –αν αυτός είναι δόκιμος όρος στην Ελληνική) σε μία λέξη. Η Αρκαδία και κάθε περιοχή της Ελλάδος δεν χρειάζεται πλέον το αργοκίνητο κρατικό μηχανισμό για να έρθει σε επαφή με τον έξω κόσμο, να διαδώσει και να κάνει γνωστό τον πνευματικό και υλικό πολιτισμό της στα πέρατα της οικουμένης. Μπορεί να το πράξει μόνη της με την βοήθεια της διαδικτυακής τεχνολογίας μέσω ιδιωτικών συλλογικών ομάδων και μακριά από κάθε είδους κομματισμό. Αυτό ακριβώς κάνουμε εμείς σήμερα με το 1ο Παγκόσμιο Παναρκαδικό Διαδικτυακό Συνέδριο! Δεν εξαρτώμεθα από κανένα κράτος και είμαστε ελεύθεροι να δράσουμε προς όφελος της αγαπημένης μας Αρκαδίας. Το μόνο που αρκεί είναι Θέληση και Πρωτοβουλία. Όπως έλεγε και ο Ίων Δραγούμης προ αιώνος, αλλά επίκαιρος πάντα, δεν πρέπει να περιμένουμε από την Ελλάδα τι θα κάνει για μας, αλλά εμείς θα πρέπει να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε για την Ελλάδα. Φυσικά ο Δραγούμης με την λέξη Ελλάδα δεν εννοεί τον γραφειοκρατικό ελληνικό κρατικό μηχανισμό, αλλά την ιδέα Ελλάδα και τους κατοίκους της ως Έθνος.

Την παγκοσμιοποίηση λοιπόν δεν θα πρέπει να την φοβόμαστε αλλά να την χρησιμοποιήσουμε. Εξαρτάται από μας και μόνον σε ποιο βαθμό θα επωφεληθούμε από τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται και σε ποιο βαθμό δεν θα επηρεαστούμε από τα αρνητικά της παγκοσμιοποιήσεως. Διαμαρτυρόμεθα ότι ξένες και αλλότριες συνήθειες και μόδες μας κατακλύζουν και απειλούν τον πολιτισμό μας και εν γένει την ταυτότητά μας. Μα, οι συνήθειες και μόδες δεν έχουν ούτε ιδίαν βούληση ούτε πόδια να πάνε από την μία χώρα στην άλλη. Είμεθα εμείς που ως απαίδευτα πιθικίζοντα όντα μιμούμεθα όποιο υποπροϊόν πολιτισμού έρχεται απ’ έξω, ή το αποδεχόμεθα άνευ αντιδράσεως και κριτικής σκέψεως.

Το πρόβλημα του μιμητισμού το είχε ήδη προ εκατονταετίας αναγνωρίσει η αγνή εκείνη Ελληνική ρομαντική μορφή που λέγεται Περικλής Γιαννόπουλος. Με την φλογερή του πέννα στηλίτευε τον μιμητισμό των Ελλήνων της εποχής του, την ραγιάδικη νοοτροπία και τον βλακώδη θαυμασμό μας προς οτιδήποτε ξένο (φράγκικο, όπως υποτιμητικά έλεγε). Δεν έχουμε λοιπόν κανένα δικαίωμα να διαμαρτυρόμεθα για την παγκοσμιοποίηση όταν παθητικά απλώς αποδεχόμεθα ό,τι έρχεται απ’ έξω. Ο Γιαννόπουλος μας παροτρύνει λοιπόν να αφήσουμε τις κλάψες και τα δάκρια (όπως χαρακτηριστικά γράφει) και να δράσουμε. Αδράνεια και αδιαφορία δεν συγχωρούνται πλέον.

Τα προηγούμενα δεν σημαίνουν φυσικά ότι οι παγκόσμιοι οργανισμοί και οι ισχυροί της γης δεν φέρουν ευθύνες. Πράγματι οι κανόνες της ελεύθερης αγοράς πολλές φορές καταστρατηγούνται από τους ίδιους τους ενθέρμους υποστηρικτές τους όταν τα συμφέροντά τους θίγονται. Πρόσφατα διαβάσαμε στις εφημερίδες ότι στην Γαλλία εξεγέρθησαν στην προοπτική της εξαγοράς της εταιρείας Ντανόν από την αμερικανική Πέπσι όταν την ίδια ώρα η επίσης Γαλλική εταιρεία κινητής τηλεφωνίας Τέλεκομ αγόραζε αντίστοιχη Ισπανική εταιρεία. Επίσης στις ΗΠΑ κινήθηκε ο κρατικός μηχανισμός για να εμποδίσουν την εξαγορά ήσσονος σημασίας πετρελαϊκής εταιρείας τους από αντίστοιχη Κινεζική. Για να λειτουργήσει όμως σωστά και όλοι να ωφεληθούν από την απελευθέρωση των αγορών πρέπει όλοι να συμμορφώνονται στους κοινούς κανόνες και όχι να υπάρχουν 2 μέτρα και 2 σταθμά.

Εδώ θα αναφερθώ σε ένα επίμαχο θέμα: τις αγροτικές επιδοτήσεις. Δεν θα υπεισέλθω σε λεπτομέρειες και τις ενδοευρωπαικές διαφορές που αφορούν άμεσα την χώρα μας αλλά θα τονίσω ένα σημείο που δείχνει ότι όλοι οι άνθρωποι είμεθα βασικά ίδιοι (όπως δείχνει και ο Θουκυδίδης εύγλωττα στα περί Πελοποννησιακού Πολέμου) και απλώς όταν έχουμε την δύναμη να βλάψουμε άλλους –ειδικά όταν πρόκειται να θιγούν τα συμφέροντά μας– θα το κάνουμε χωρίς να πολυσκεφθούμε. Οι επιδοτήσεις μας λοιπόν βλάπτουν τις φτωχές χώρες του τρίτου κόσμου οι οποίες δεν επιδοτούν καθόλου την παραγωγή τους συμμορφούμενες με τους διεθνείς κανόνες εμπορίου. Η Ευρώπη όμως, όπως και οι ΗΠΑ, συνεχίζουν να στηρίζουν την αγροτική παραγωγή με υψηλότατες επιδοτήσεις διότι φυσικά η άμεση άρση αυτών θα προκαλούσε τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα αφού μεγάλο μέρος των αγροτών θα οδηγούνταν εκτός επαγγέλματος. Το παράδειγμα δεν θέλει να δείξει ότι θα πρέπει να καταργήσουμε τις επιδοτήσεις αυτοστιγμή αλλά ότι θα πρέπει να είμαστε πιο δεκτικοί στα προβλήματα των άλλων εάν θέλουμε και οι άλλοι να είναι δεκτικοί και συμπαθής στα δικά μας. Αυτά τα δύσκολα παγκοσμίου φύσεως προβλήματα δεν θα λυθούν με εγωισμούς και σπασμωδικές κινήσεις αλλά με την συνεργασία και αλληλοκατανόηση των κρατών και κλίμα εμπιστοσύνης.

Μία άλλη μεγάλη πλάνη που δυστυχώς καλλιεργείτο από δεκαετιών είναι η ιδέα της ψωροκώσταινας. Γενιές Ελλήνων μεγαλώσαμε ακούγοντας από γονείς, φίλους, ραδιόφωνο και τηλεόραση ότι, ε, τι να κάνουμε, φτωχή χώρα η Ελλάδα είναι, και δεν μπορεί να κάνει παραπάνω από ότι κάνει. Αυτό είναι το μέγιστο των ψευδών. Δεν είναι η Ελλάδα που είναι φτωχή αλλά τα γρανάζια του κρατικού μηχανισμού και η νοοτροπία η δικιά μας που τα συντηρεί και τα διαιωνίζει.

Ποιος είναι ο πλούτος δηλαδή της Ολλανδίας, του Βελγίου, ή της Δανίας; Μήπως είναι οι κλιματικές τους συνθήκες και ο λαμπρός τους ήλιος, μήπως είναι οι πανέμορφες και ζηλευτές παραλίες τους και τα υψηλά βουνά τους, ή μήπως είναι η πλούσια ιστορία τους και χιλιόχρονες παραδόσεις τους; Φυσικά, τίποτα από τα προηγούμενα. Ο πλούτος τους δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί, είναι οι αγελάδες! Στην χώρα μας σχεδόν αφανίσαμε την αγελαδοτροφία με αποτέλεσμα να εισάγουμε από τις προαναφερθείσες χώρες (και άλλες, όπως Γαλλία και Γερμανία) γαλακτοκομικά προϊόντα και κρέας που σε αξία είναι εφάμιλλες των εισαγωγών σε πετρέλαιο! Πόσες φορές όμως ακούμε στα τηλεοπτικά μέσα να μιλάνε για την διαρροή συναλλάγματος για εισαγωγές βασικών τροφίμων και πόσες ακούμε να λένε για τις τιμές του πετρελαίου. Και όμως, η αξία των εισαγωγών πετρελαίου δεν αποτελεί ούτε το 15% των όλων εισαγωγών.

Μας λένε ότι οι προαναφερθείσες βορειοευρωπαικές χώρες έχουν συγκριτικό πλεονέκτημα στην αγελαδοτροφία λόγω βροχοπτώσεων και κατ’ επέκταση πλουσίου γρασιδίου. Άλλος ένας μύθος. Η ετήσια βροχόπτωση στο Άμστερνταμ, Βρυξέλλες και Κοπεγχάγη είναι περίπου 800, 800 και 600 χιλιοστά αντίστοιχα. Η ετήσια βροχόπτωση στην Τρίπολη είναι άνω των 800 χιλιοστών και φυσικά στα πιο ορεινά μέρη υπερβαίνει και το 1 μέτρο. Δεν είναι η ποσότης των βροχοπτώσεων που είναι μικρή αλλά η κατανομή αυτής κατά την διάρκεια του έτους. Στην Ελλάδα πράγματι οι περιορισμένες καλοκαιρινές βροχοπτώσεις σε συνδυασμό με τις υψηλές θερμοκρασίες δεν δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες για άφθονο γρασίδι. Τι γίνεται όμως με την περίσσεια βροχοπτώσεων στις άλλες 3 εποχές του χρόνου και ιδιαίτερα το χειμώνα; Απλώς φεύγει ανεκμετάλλευτο στη θάλασσα. Στο Ισραήλ έχουν μετατρέψει ολόκληρη έρημο σε παράδεισο και εμείς εδώ δεν μπορούμε να συγκρατήσουμε, με μικρής κλίμακος τεχνητές λιμνούλες και φράγματα, το νερό; Δεν μιλώ για τεράστια φράγματα που αποτελούν και αιτία οικολογικών προβλημάτων, αλλά για μικρά τοιαύτα που καλαίσθητα θα δένουν με το περιβάλλον και θα αποτελούν τουριστικό πόλο έλξεως όπως παραδείγματος χάριν η τεχνητή λίμνη Πλαστήρα στην περιοχή των Αγράφων που όχι μόνο έχει ενσωματωθεί τέλεια στο φυσικό περιβάλλον αλλά έχει εμπλουτίσει την οικολογία της περιοχής.

Όσον αφορά την βιομηχανική παραγωγή στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες και στην δική μας, ε, εκεί τι να πούμε πλέον. Η αποβιομηχάνιση της χώρας που συνετελέσθη τις τελευταίες δεκαετίες δεν οφείλεται σε κανέναν άλλο παρά στην στενοκεφαλιά μας. Ο υπερβολικός κρατισμός, που θα τον ζήλευαν ακόμα και χώρες του πρώην σιδηρούν παραπετάσματος, σε συνδυασμό με τα περίφημα πανωτόκια κατέστρεψαν την βιομηχανική μας παραγωγή. Το μόνο οικονομικό δείκτη που γνωρίζουμε καλά να αυξάνουμε είναι οι εισαγωγές. Θέλουμε να τα έχουμε όλα χωρίς να παράγουμε τίποτα.

Διαλύοντας λοιπόν μερικούς βασικούς μύθους οι μάσκες πέφτουν. Δεν μπορούμε πλέον να κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας και να δικαιολογούμε την αδράνειά μας φορτώνοντας τις ευθύνες σε τρίτους, σε ξένους ή σε νεφελώδεις έννοιες και γενικολογίες. Το μέλλον είναι ευοίωνο αρκεί να δράξουμε τις πάμπολλες ευκαιρίες και ιδέες που μας παρουσιάζονται. Το μόνο που χρειάζεται είναι όρεξη για δουλειά, θέληση για κάτι καλύτερο. Θα αναφερθώ ακόμα σε μερικά μικρά αλλά χαρακτηριστικά παραδείγματα που σχετίζονται άμεσα με την Αρκαδία.

Είναι γνωστό ότι σε αρκετές χώρες χρησιμοποιούν ένα στρώμα από άχυρα, ξερά φύλλα ή μικρά κομμάτια ξύλου για προστασία των ριζών των φυτών σε πάρκα, πεζοδρόμια, κήπους κλπ. Αυτό το στρώμα κρατά υγρασία για τα φυτά αλλά και δεν αφήνει ζιζάνια να μεγαλώσουν επειδή καλύπτει και σκιάζει το έδαφος σε μικρή ακτίνα γύρω από τον κορμό του δέντρου. Πολύ πρόσφατα λοιπόν σε μερικές από τις πολιτείες των ΗΠΑ σκέφθηκαν την ιδέα να χρησιμοποιούν για αυτό το στρώμα ξερές βελόνες από πεύκα (ως γνωστόν οι πευκοβελόνες εμποδίζουν αποτελεσματικότατα την ανάπτυξη ανεπιθυμήτων φυτών). Μελετούν λοιπόν στα πανεπιστήμιά τους το αν είναι οικονομικώς εφικτή η λύση να καλλιεργούν πεύκα ειδικά για αυτό το λόγο, δηλαδή, να συλλέγουν τις ξερές πευκοβελόνες.

Επειδή ο αγροτικός τομέας σε Αμερική και Ευρώπη είναι προβληματικός λόγω των επικειμένων μειώσεων των επιδοτήσεων, ψάχνουν εναλλακτικές λύσεις για τους αγρότες τους. Μία λοιπόν από τις διάφορες ιδέες είναι και η προαναφερθείσα η οποία έχει τα εξής πλεονεκτήματα: α) οι αγρότες θα έχουν συμπληρωματικό εισόδημα πωλώντας ξερές πευκοβελόνες! και β) αντί για τις γνωστές εντατικές μονοκαλλιέργειες που τόσο επιβαρύνουν το περιβάλλον (λιπάσματα, κλπ) θα έχουνε την πολύ περισσότερο οικολογική καλλιέργεια πεύκων με τα τόσα θετικά επακόλουθα όπως οξυγόνο, προστασία εδάφους από την διάβρωση, όμορφο τοπίο δάσους και μετριασμός των ακραίων θερμοκρασιών του χειμώνα και του θέρους. Βεβαίως δημιούργησαν μία αγορά για πευκοβελόνες. Εκεί όμως πρέπει να μπουν στα έξοδα να καλλιεργήσουν πεύκα και μάλιστα σε περιοχές όπου δεν ευδοκιμεί ιδιαίτερα λόγω των εδαφοκλιματικών συνθηκών. Εδώ που τις πευκοβελόνες τις έχουμε σε περίσσεια τις “χρησιμοποιούμε” για να καίμε τα δάση μας πιο αποτελεσματικά.

Παγκοσμίως, αλλά ιδιαιτέρως στην Ευρώπη, παρατηρείται μία τάση των καταναλωτών για προϊόντα όχι μόνο καλής ποιότητος, υγιεινά και ασφαλή (ιδιαίτερα μετά τα προβλήματα των διοξινών, και της σπογγώδους εγκεφαλοπαθείας), αλλά και για προϊόντα αγνά, γνήσια, τοπικής παραγωγής, με παράδοση και ιστορία και παραγόμενα με τρόπους που σέβονται το περιβάλλον. Ο τουρίστας της Αρκαδίας –Έλληνας και ξένος– δεν θέλει να φάει μαρμελάδα και βούτυρο Δανίας που άλλωστε μπορεί να το βρεί παντού, ίσως και σε καλύτερη τιμή αλλά κάτι διαφορετικό, εντόπιο προιόν, παραδοσιακό, συνδεδεμένο με την ιστορία του τόπου που επισκέπτεται.

Το γεγονός ότι πολυεθνικές ελέγχουν μεγάλα μερίδια της αγοράς τροφίμων δεν μειώνει στο ελάχιστο την δυνατότητα μικρών τοπικών επιχειρήσεων να αναπτυχθούν και να ακμάσουν. Αυτό συμβαίνει απλούστατα διότι οι μεγάλες εταιρείες είναι φύσει ανήμπορες να ικανοποιήσουν μικρής κλίμακος αγορές για τοπικά παραδοσιακά προϊόντα ποιότητος. Είναι παρατηρημένο ότι όταν το μερίδιο αγοράς που ελέγχεται από λίγες μεγάλες εταιρείες αυξάνει, αυξάνει και ο αριθμός των μικρών επιχειρήσεων που καλούνται να πληρώσουν τα ολοένα αυξανόμενα κενά που αφήνουν οι μεγάλοι.

Μία τάση που παρατηρείται τις τελευταίες δεκαετίες στις θεωρούμενες ανεπτυγμένες οικονομικά χώρες, είναι η αντιστροφή του φαινόμενου της αστυφιλίας. Δηλαδή περισσότεροι άνθρωποι μετακινούνται από τα μεγάλα αστικά κέντρα προς τις αγροτικές περιοχές παρά το αντίθετο. Η τάση αυτή διαφαίνεται και στην Ελλάδα σιγά-σιγά. Αυτοί που ζούμε στις πόλεις προσπαθούμε να ξεφύγουμε από τους φρενήρεις ρυθμούς εκδράμοντας τα Σαββατοκύριακα στην ύπαιθρο χώρα. Όμως ακόμα και αυτές οι αποδράσεις δεν φαίνεται να μας βοηθούν ιδιαίτερα αφού ο τρόπος με τον οποίον δρούμε είναι αγχωτικός. Η έξοδος του Σαββατοκύριακου έχει γίνει και αυτή μέρος της ρουτίνας και εκτελείται βιαστικά και με άγχος. Αυτό που μένει σαν λύση είναι η μετοίκησις στην ύπαιθρο. Βέβαια αυτό προϋποθέτει υποδομές και κυρίως δημιουργία θέσεων εργασίας. Η αρχή είναι λίγο δύσκολη. Όταν ο αριθμός αυτός που φεύγουν από τις πόλεις για να ζήσουν σε κωμοπόλεις και χωριά αυξηθεί, θέσεις εργασίας θα δημιουργηθούν από την αυξανομένη ζήτηση σε αγαθά και υπηρεσίες των νέων κατοίκων.

Η Αρκαδία έχει το πλεονέκτημα να βρίσκεται σε πολύ κοντινή απόσταση από την πρωτεύουσα και θα είναι από τις πρώτες επιλογές των δυσαρεστημένων κατοίκων αυτής. Η φύση, η ιστορία, οι μύθοι και τα μυστήρια που καλύπτουν τα δάση και τα φαράγγια της αποτελούν μέγα θέλγητρο πολύ δύσκολο για κάποιον να αντισταθεί.

Ο μόνος εχθρός μας είναι ο ίδιος ο εαυτός μας. Το κράτος αντί να στέκεται συνήθως αρωγός και να βοηθά τον Έλληνα επιχειρηματία να θέσει σε εφαρμογή τις ιδέες του και να δραστηριοποιηθεί επιτυχώς, δρα ως τροχοπέδη και του θέτει ένα σωρό γραφειοκρατικά προσκόμματα. Όμως το κράτος δεν είναι μία άπιαστη αόριστη οντότητα. Εμείς το στηρίζουμε, το διαιωνίζουμε. Το κράτος είναι απλώς ο καθρέφτης μας. Αν δεν αλλάξουμε εμείς οι ίδιοι το κράτος δεν πρόκειται να αλλάξει. Θα πρέπει να σπάσουμε τον φαύλο κύκλο της μιζέριας, της αδράνειας, της μη παραγωγικότητος. Πώς; Ας αφήσουμε ελεύθερο τον Έλληνα αγρότη και επιχειρηματία να αναλάβει πρωτοβουλία και ας δημιουργήσουμε ένα κράτος που θα στέκεται συμπαραστάτης των πρωτοβουλιών αυτών.

Οι κεντρικές αποφάσεις και διαταγές διαιωνίζουν το πρόβλημα. Είδαμε ότι η απελευθέρωση των αγορών αποτελεί ευκαιρία για αυτοδιοίκηση και ανάπτυξη της υπαίθρου. Φυσικά η σημερινή τοπική αυτοδιοίκηση πρέπει να αποκαθηλωθεί από τον σταυρό του κομματισμού που μόνο προβλήματα δημιουργεί και διαιώνιση των φαύλων καταστάσεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Αρχαία Ελλάδα όπου οι πόλεις-κράτη, όχι κάτω από την εξουσία ενός κοινού άρχοντα, αλλά ελεύθερες οι ίδιες κυβερνούσαν τους εαυτούς τους. Για αυτό ο Αρκάς αγρότης και επιχειρηματίας πρέπει ελεύθερος να δράσει και να έχει το κράτος βοηθό και συμβουλάτορα και όχι απλό αλιευτή ψήφων.

Οι καιροί είναι δύσκολοι και ιδιαίτερα για τον αγροτικό τομέα όπου οι επιδοτήσεις θα μειωθούν δραστικά στα επόμενα χρόνια. Δυστυχώς στην σημερινή Ελλάδα οι αγρότες αντιμετωπίζονται από την κοινωνία ως 2ας κατηγορίας άνθρωποι. Μάλιστα σε ορισμένες περιοχές έχουν και πρόβλημα στο να βρουν σύζυγο διότι λόγω της αστυφιλίας δεν έχουν μείνει γυναίκες στα χωριά ή, οι τελευταίες, προτιμούν να παντρευτούν κάποιον που δουλεύει από το πρωί ως το βράδυ σε ένα γραφείο, αφού, τι θα πεί η κοινωνία αν παντρευτώ γεωργό; Φαίνεται ξεχάσαμε ότι το να ασχολείται κανείς με τη γη είναι το ευγενέστερο των επαγγελμάτων όπως λέει και ο Σωκράτης στον “Οικονομικό” του Ξενοφώντος και ότι κατά τον Αριστοτέλη η μητέρα και τροφός όλων των επιστημών είναι η Γεωργία. Το θυμούνται όμως στο εξωτερικό όπου προς τιμήν τους και προς ντροπή μας μελετούν τους αρχαίους συγγραφείς με μεγάλη σπουδή και στις ΗΠΑ οι αγρότες θεωρούνται ήρωες διότι χάρις σε αυτούς τρώνε και μπορούν και περηφανεύονται ότι έχουν από τις καλύτερες τροφικές αλυσίδες (food chain) στο κόσμο (ασχέτως βέβαια αν αυτό αληθεύει ή όχι). Το κράτος φυσικά των ΗΠΑ δεν θυμάται τους αγρότες μόνον όταν είναι για ψήφους –αποτελούν άλλωστε λιγότερο από το 2% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού–. Αναγνωρίζει ότι το επάγγελμα του αγρότη είναι από τα πιο δύσκολα και με μεγάλα ρίσκα και ακριβώς για αυτό τους τιμά. Τους ενημερώνει, τους χορηγεί σεμινάρια και εκπαιδευτικά προγράμματα και διαθέτει υπηρεσίες που συμβουλεύουν για το μέλλον και τους καθιστά ενήμερους για τις παγκόσμιες εξελίξεις και τις προοπτικές για δραστική μείωση των επιδοτήσεων και για πιθανές λύσεις και νέες ιδέες όπως π.χ. αυτή που συζητήσαμε πιό πάνω. Υπάρχει, εν ολίγοις, προγραμματισμός για το μέλλον.

Όλα όσα αναφερθήκαν ως τώρα ότι πρέπει να γίνουν, όπως, θέληση για δράση, τόλμη για ανάληψη πρωτοβουλιών και αρετή για αλλαγή νοοτροπίας, έχουν έναν κοινό παρονομαστή: Παιδεία. Αυτή είναι το κλειδί για την λύση των μακροχρόνιων προβλημάτων μας. Συγκεκριμένα οι λύσεις για τα κοινωνικά προβλήματα (και τα οικονομικά προβλήματα είναι μέρος των κοινωνικών) βρίσκονται μέσα στα κείμενα των κλασσικών συγγραφέων (Ελλήνων και ξένων). Λένε ότι όποιος δεν γνωρίζει την ιστορία του είναι καταδικασμένος να υποπέσει στα ίδια καταστροφικά λάθη του παρελθόντος. Αυτό αληθεύει διότι η ιστορία επαναλαμβάνεται και γι’ αυτό οι αρχαίοι λέγανε ότι ευτυχής είναι αυτός που έχει γνώσιν της ιστορίας.

Η Παιδεία (όχι η στείρα γνώση) λοιπόν αυξάνει το αίσθημα συμπάθειας και συμπόνιας προς τους άλλους. Είναι μεγάλη υπόθεση να μπορούμε να θέτουμε τους εαυτούς μας στην θέση του άλλου. Το μεγαλύτερο ελάττωμά μας ως έθνος είναι το ότι αντί να προσπαθούμε να βελτιώσουμε τους εαυτούς μας ασχολούμαστε με το να μειώσουμε τους άλλους. Το μόνο που πετυχαίνουμε είναι η διάλυση του κοινωνικού ιστού, έλλειψη εμπιστοσύνης και μείωση των οικονομικο-κοινωνικών δραστηριοτήτων. Φθόνος, μίσος, αίσθημα αδικίας και άλλα ψυχοφθόρα αισθήματα είναι το αποτέλεσμα και ένας φαύλος κύκλος δημιουργείται.

Ένα παράδειγμα που δείχνει τον φαύλο αυτό κύκλο και εύγλωττα μαρτυρεί το πρόβλημα σε μακροοικονομικές διαστάσεις είναι οι σχέσεις κράτους και πολιτών. Ο ένας βλέπει τον άλλον με καχυποψία. Το κράτος σε αντιμετωπίζει ως οιωνεί φοροφυγά και ο πολίτης αντιμετωπίζει το κράτος σαν κλέφτη που προσπαθεί να αρπάξει ότι μπορεί. Έτσι, τα κίνητρα για επιχειρησιακές πρωτοβουλίες μειώνονται και δεν είναι δύσκολο να εξηγηθεί γιατί οι Έλληνες στο εξωτερικό διαπρέπουν ενώ στην Ελλάδα χάνονται. Μα, πάρα πολύ απλά γιατί και κάτι να κάνει κάποιος δεν πρόκειται να βρει ανταπόκριση. Οχι μόνο υλικά οφέλη δεν πρόκειται να έχει αλλά ούτε ένα μπράβο θα ακούσει από το κράτος. Το πιθανότερο είναι να του ζητήσουν και τα ρέστα. Π.χ: Δημόσιος τομέας: Γιατί κάποιος να δουλέψει περισσότερο ή να είναι πιο ευγενής στις συνδιαλλαγές του με το κοινό; Μήπως θα αμειφθεί καλύτερα, ή πρόκειται να απολυθεί ο αγενής;

Κλείνοντας αυτήν την εισήγηση θα ήθελα να επισημάνω ότι ο αγώνας όλων μας γίνεται για την ευτυχία. Χρήματα, δόξες και δάφνες δεν αποτελούν εν τελική αναλύσει παρά προσπάθειες –πολλές φορές λανθασμένες λόγω αγνοίας, οπότε επιστρέφουμε στο μείζον θέμα της Παιδείας– προς επίτευξη της ευτυχίας. Γνωρίζουμε όμως ότι ο σοφός λαός λέει ότι τα χρήματα δεν φέρνουν την ευτυχία. Μάλιστα αυτό το ανακάλυψαν και απέδειξαν πρόσφατα και οι επιστήμονες (οικονομολόγοι συγκεκριμένα, σαν τον γράφοντα, μίας και αυτοί είναι οι τελευταίοι που ανακαλύπτουν τα αυτονόητα). Η αληθινή ευτυχία έρχεται μέσω της προσφοράς. Προσφορά στην οικογένεια, στους φίλους, στην κοινότητα, στην πατρίδα. Όπως το συνέδριο αυτό, που οργανώνεται από ανθρώπους που θέλουν να προσφέρουν στην Αρκαδία που τους έθρεψε. Η ευτυχία λοιπόν δεν εξαρτάται τελικά από εξωτερικούς παράγοντες αλλά μόνον από εσωτερικούς και ο καθένας μπορεί να την βρεί μέσω των πράξεών του και μόνον. Προτιμούμε φυσικά την εύκολη λύση της μεταθέσεως των ευθυνών και του να κατηγορούμε εξωγενείς παράγοντες για οποιαδήποτε αποτυχία μας. Δεν έχουμε φαίνεται ακόμα διδαχθεί από τον Όμηρο που εδώ και 3000 χρόνια θυμίζει ότι οι άνθρωποί αρέσκονται να κατηγορούν τους θεούς για την όποια ατυχία τους κατατρύχει και ξεχνούν ότι για ότι κακό τους συμβαίνει φταίει η κακοκεφαλιά τους και μόνον.

Η Αρκαδία αποτελεί κεφάλαιο, αποτελεί σημείο αναφοράς. Το μέλλον θα είναι, πρέπει να είναι λαμπρό. Οι ευθύνες θα βαρύνουν εμάς διότι εμείς και μόνον εμείς είμαστε υπεύθυνοι για τον τόπο μας και ουδείς άλλος. Οι εποχές μεταθέσεως ευθυνών τόσο προσφιλές σπόρ στους Έλληνες έχουν περάσει. Στο χέρι μας είναι η ανάπτυξη και το μέλλον της Αρκαδίας στο χέρι μας και η καταστροφή της. Οι ιδέες και οι ευκαιρίες, όπως κατέδειξε τούτη η εισήγησις, υπάρχουν, αρκεί να το θελήσουμε. Οι επόμενες γενεές θα μας κρίνουν.

Εισήγηση: Αθανασίου Γ. Χύμη
Διδακτορικός φοιτητής αγροτικής οικονομίας πανεπιστημίου του Missouri